Tuesday 23 April 2013

ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ- ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΟΤΑΝ ΠΕΙΡΑΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ..


ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟ ΜΕ ΔΑΚΡΥΑ

Μια ψυχή που είναι θλιμμένη πλησιάζει σ’ εσένα, άγιε Κύ­ριε, και με δάκρυα προσεύχεται γιατί κινδυνεύει από τον ολέθριο Εχθρό, και με όλη την ταπείνωση πέφτει και σε παρακαλεί να την απαλλάξεις από τον Αντίπαλό της, που την θλίβει. Επειδή λοιπόν η ψυχή αυτή έρχεται σ’ εσένα χωρίς να ντρέπεται, άκουσέ την αμέσως· και επειδή κατέφυγε σ’ εσένα με πόθο, πρόσεξέ την με πολλή φροντίδα. Αν την περιφρονήσεις, καθώς είναι θλιμμέ­νη, θα χαθεί· αν καθυστερήσεις να την ακούσεις, καθώς είναι στε­νοχωρημένη, θα εξαφανισθεί. Αν όμως την προσέξεις χάρη στην ευσπλαχνία σου, ανευρίσκεται· και αν ρίξεις το βλέμμα σου σ’ αυτήν, σώζεται· αν την ακούσεις, ενισχύεται.Δείξε τον πόθο σου γι’ αυτήν, διότι είναι μνηστή σου· και μάλιστα εκείνος που την αρραβώνιασε μ’ εσένα είναι ο Απόστολος Παύλος· ο οποίος εί­πε, ότι είσαι αθάνατος Θεός ζηλότυπος. Μην την περιφρονήσεις, για να μη νομίσει ο Εχθρός, ότι έχεις δώσει σ’ αυτήν διαζύγιο, και ότι την έδιωξες.

Παιδαγώγησε με, Δέσποτα, χάρη στους οικτιρμούς σου, και μη με παραδώσεις στα χέρια του Καταστροφέα. Γιατί βλέπω ότι συγκέντρωσα τους λογισμούς μου από παντού, και όμως δε βρί­σκω να παρουσιάσω κανένα καλό μπροστά σου, παρά μονάχα αυτό, ότι δηλαδή εκτός από σένα δε γνωρίζω άλλον Θεό. Η χά­ρη των ιαμάτων σου έχει έκταση αμέτρητη· και προσφέρει θερα­πεία σε όλους εκείνους που έρχονται σ’ εσένα. Και μάλιστα τα τραύματά μου διαρκώς τα θεραπεύουν οι οικτιρμοί σου, αλλά και πάλι ερεθίζονται εξαιτίας της αμέλειάς μου. Λοιπόν, τον καιρό της υγείας μου ξέχασα τον γιατρό, γι’ αυτό και τον καιρό της αρρώστιας μου με ξέχασε ο γιατρός. Ότι οι αμαρτίες μου σε ενοχλούν, το ξέρω· και ότι σε παροργίζω, παρόλο που με ελέη­σες, δεν το αγνοώ και ότι με ανέχεσαι χάρη στην ευσπλαχνία σου, δεν το λησμονώ· διότι κι αν ακόμη καταφρονείται από το βρέφος της μια σπλαχνική μητέρα, δεν αντέχει να αδιαφορήσει γι’ αυτό, επειδή νικιέται από τη στοργή της. Αν λοιπόν εκείνη εκδηλώνεται έτσι, πόσο περισσότερο η ευσπλαχνία σου; Να, λοι­πόν, Δέσποτα· και του πτηνού η αγάπη ξεχειλίζει για τα πουλά­κια του, και γι’ αυτό κάθε στιγμή τα επισκέπτεται, και φέρνει την τροφή τους, και κοπιάζει για να τα θρέψει· διότι νικιέται από τη στοργή του. Και αν τα άλογα ζώα συμβαίνει να είναι τόσο σπλαχνικά, πόσο περισσότερο η χάρη σου, που νικιέται άπειρες φορές από την ευσπλαχνία σου, θα ελεήσει αυτούς που την πλη­σιάζουν και την ζητούν ειλικρινά. Να, πάλι, μια πηγή γεμάτη από νερά, που αναβρύζει αδιάκοπα, προσφέρει με αφθονία από τα νερά της σε όλους αυτούς που την πλησιάζουν, παρόλο που δεν έχει ανάγκη από τους επαίνους των ανθρώπων· διότι δεν εί­ναι έπαινος το να προσφέρει δωρεάν τα νερά της στον άνθρωπο, αλλά το να σε δοξάζει ο άνθρωπος δια μέσου αυτής. Διότι είναι ολοφάνερο ότι εκείνη προσφέρει τα νερά της εξαιτίας της ευεργεσίας της χάριτός σου. Εικονίζει δηλαδή η πηγή το άπειρο πέλα­γος των οικτιρμών σου. Πλουσιοπάροχα τρέφεις τις επουράνιες αγγελικές δυνάμεις, και συντηρείς κάθε ζωντανή ύπαρξη πάνω στη γη, ενώ δεν Έχεις καμιά ανάγκη από τους επαίνους και από τη δόξα όλης της δημιουργίας σου. Είσαι γεμάτος από τη δόξα που υπάρχει μέσα στην ουσία της μεγαλοσύνης σου και στη με­γαλοπρέπεια της δόξης σου. Η αγάπη σου ποθώντας τη σωτηρία μας, σκύβει με συγκατάβαση σ’ εμάς, ώστε εμείς δοξολογώντας την να σωθούμε, μένοντας σ’ αυτή την αγάπη και βοηθούμενοι απ’ αυτή. Διότι είμαι βέβαιος ότι η ίδια η αγάπη της χάριτός σου στηρίζει και δέχεται εκείνον που έρχεται σ’ αυτήν. Και κα­θώς είσαι, Δέσποτα, προγνώστης, διακρίνεις, αν αυτός που έρχεται σ’ εσένα πέταξε εντελώς από πάνω του, σαν ένδυμα, τον κόσμο. Πριν να φτάσει αυτός στη θύρα σου, την ανοίγεις· πριν να πέσει αυτός να σε παρακαλέσει, απλώνεις το χέρι σου να τον δεχθείς· πριν να χύσει αυτός τα δάκρυα, ρίχνεις επάνω του τους οικτιρμούς σου· πριν να ομολογήσει αυτός τα χρέη των αμαρτιών του, δίνεις τη συγχώρηση. Δεν τον κατηγορείς δε λες· «Που σπατάλησες το χρόνο της ζωής σου; Πως πέρασες τον και­ρό σου;». Δε ζητάς το ποσό από το γραμμάτιο των αμαρτιών του, δεν υπενθυμίζεις την οργή που σου προξένησε η αμέλειά του· δεν ελέγχεις την περιφρόνηση των ευεργεσιών σου, αλλά γνωρί­ζοντας από πριν την ταπείνωση και τον κλαυθμό και τη διάθεση της καρδιάς, φωνάζεις· «Βγάλτε την πρώτη στολή και ντύστε τον σφάξτε το θρεμμένο μοσχάρι για να καλοφάμε και να χαρούμε. Ας συναχθούν οι Άγγελοι και ας χαρούν για την ανεύρεση του χαμένου γιου και για την επιστροφή του κληρονό­μου που περιπλανήθηκε». Και σαν έμπορο, που γύρισε στον τόπο του με πολύ πλούτο, έτσι δέχεται η χάρη σου τον αμαρτωλό, που έρχεται σ αυτή με όλη την ψυχή του· διότι ποθεί να δει τα δά­κρυα και διψά να δει τη μετάνοια και χαίρεται για το ζήλο αυτών που δείχνουν προθυμία για μετάνοια.

Δείξε λοιπόν και σ’ εμένα την πολλή σου ευσπλαχνία και ελευθέρωσέ με από την καταπίεση του Καταστροφέα· διότι, αφού με τραυμάτισε, στέκεται απέναντι μου και με χλευάζει. Και όπως στη θάλασσα, πλησίασαν οι μαθητές και σε ξύπνησαν, και με την ευλογημένη φωνή του στόματός σου κόπασε η ορμή του ανέμου και ησύχασε η ταραχή των κυμάτων, άκουσε τα δάκρυά μου, διότι μέρα και νύχτα σε ξυπνούν δώδεκα χρόνια προσπα­θώντας άγρυπνα οι γιατροί δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν τη γυ­ναίκα με την αιμορραγία, αλλά απεναντίας προξενούσαν σ’ αυτή πόνο παρά θεραπεία· όσα όμως δεν μπόρεσαν να προσφέρουν εκείνοι, τα πρόσφερες ο Ίδιος· και όσα τα ερέθισαν εκείνοι, ο ίδιος τα θεράπευσες και χωρίς κόπο πρόσφερες σαν δώρο τη θε­ραπεία διότι, νομίζοντας η γυναίκα ότι είναι απαρατήρητη από σένα, πλησίασε κρυφά την άκρη του ενδύματός σου· πλησίασε, δεν άγγιξε το άγιο σώμα σου, και το ένδυμά σου πρόσφερε σ’ αυτήν θεραπεία και τέλεια απαλλαγή από τους πολλούς γιατρούς. Απάλλαξε και τη δική μου θλιμμένη ψυχή από την ντροπή και το όνειδος του Εχθρού που με θλίβει, εύσπλαχνε Γι­ατρέ· δείξε στα μέλη μου την πολλή σου σοφία, και κάνε αμόλυντα τα τραύματά μου, και βάλε σ’ αυτά την ωραιότητα της αρετής, και ας κηρυχθεί η θεία χάρη σου, ότι αυτή με έσωσε· αναμάρτητε Αμνέ, που σφαγιάσθηκες για τη σωτηρία της οικουμέ­νης και ειρήνευσες τον ουρανό και τη γη μη με απομακρύνεις, επειδή πλησίασα χωρίς ντροπή, και μη μου πεις· «Τι υπέφερες εξαιτίας μου;». Κατά τη φοβερή και φρικτή εκείνη μέρα θα πεις σ’ εμάς τους αμαρτωλούς· «Ξέρετε τι υπέφερα για σάς; Ενώ ή­μουν αόρατος, έγινα ορατός σ’ εσάς· ενώ ήμουν αθάνατος, κατα­δικάστηκα για σάς σε θάνατο ενώ ήμουν αναμάρτητος, δέχτηκα για σάς ραπίσματα και έτσι, ενώ με σταύρωναν, δεν οργίσθηκα, ενώ με χλεύαζαν, δεν καταράσθηκα. Εγώ ο Δεσπότης, ενώ ήμουν ξένος από όλα τα αμαρτήματα και από όλες τις κατηγο­ρίες, τα υπέφερα αυτά για σάς. Εσείς που ήσασταν ένοχοι, τι υποφέρατε για μένα;». Γι’ αυτό το λόγο δεν έχει κανείς από μας απολογία.

Θυμήσου, Κύριε, ότι όλα αυτά τα υπέφερες για μας, χάρη στη δική σου ευσπλαχνία και χάρη στη δική σου καλοσύνη και δικαιοσύνη, και όχι χάρη στα δικά μας σπουδαία έργα· διότι ό­πως παραδόθηκες τότε για μας, ο άγιος, ο αναμάρτητος, και τώρα, Δέσποτα, είσαι ο Ίδιος, διότι δεν άλλαξε η ευσπλαχνία της θεότητάς σου, την οποία έχεις σύμφωνη με την θεία φύση σου, εμείς όμως και τότε ήμασταν ασεβείς και πονηροί, και τώρα εί­μαστε αμαρτωλοί και αδύναμοι. Τη δωρεά λοιπόν, που μας πρό­σφερες χάρη στην ευσπλαχνία σου, μην την αφαιρέσεις από μας· διότι, αν τότε μας ελευθέρωσες εξαιτίας της ευσέβειάς μας, και τώρα επειδή αμαρτήσαμε, οργίζεσαι γι’ αυτό και απομακρύνεις το σπλαχνικό σου χέρι, εύλογα θα πούμε, άγιε Θεέ, ότι τότε μας ελευθέρωσες εξαιτίας της ευσέβειάς μας, και τώρα απεναντίας απομακρύνθηκες από μας, επειδή αμαρτήσαμε· αλλά όπως είπα προηγουμένως, εμείς και τότε ήμασταν ασεβείς και τώρα είμα­στε αμαρτωλοί· το δώρο λοιπόν που μας πρόσφερες χάρη στη φι­λανθρωπία σου, ας μείνει σ’ εμάς αναφαίρετο ως το τέλος της ζωής μας. Εγώ ωστόσο, μια θλιμμένη ψυχή, αδιάκοπα κραυγά­ζω σ’ εσένα, Δέσποτα, και αναγκάζομαι για την αντιμετώπιση του Εχθρού μου να παρακαλώ εσένα· δες, Δέσποτα, και γίνε κα­ταφυγή μου, και επιτίμησε τους ληστές του, διότι κάθε ώρα με ταράζουν και δεν το αντιλαμβάνομαι, με εξαπατούν και δεν το γνωρίζω, με κάνουν να ρεμβάζω, και γι’ αυτό δεν έρχομαι σε κατάνυξη, μου φέρνουν εμπόδια, για να μην μπορέσω να σε παρακαλέσω, διότι ξέρουν καλά, ότι αν κραυγάσω προς εσένα με δάκρυα και κλαυθμό, δε θα με εγκαταλείψεις. Αλίμονο, πόσο φοβερό αντίπαλο έχω στο αγώνισμά μου! Αλλά, είμαι μακάριος, που έχω τόσο μεγάλο λυτρωτή και μισθαποδότη στον αγώνα μου. Το φίδι, που λέγεται βασιλίσκος, είναι φοβερό και στο βλέμμα και στο δηλητήριο, αλλά και αυτός ο Δράκοντας, είναι πονηρότερος απ’ αυτό το φίδι και στα δύο, στην πάλη και στην αδιαντροπιά· όμως εσύ η αγία δύναμη, που κατέπιες τις ράβδους οι οποίες μεταβλήθηκαν σε φίδια, επιτίμησε και αυτόν τον Δρά­κοντα, διότι έρχεται με αδιαντροπιά, αλλά η αδιαντροπιά της πάλης του ετοιμάζει θησαυρό σ’ αυτούς που υπομένουν, και η θλίψη που προξενούν οι απειλές του έχει μέσα της κρυμμένο μακαρισμό· διότι η χαρά αυτής της ζωής είναι γεμάτη από λύ­πη· ενώ η θλίψη και ο στεναγμός προξενούν χαρά και αιώνια ζωή.

Πάντοτε ήμουν ασθενής και ασθενώ, Δέσποτα, αλλά διαρκώς με επισκέπτεται η χάρη σου και με θεραπεύει· παρόλα αυτά κάθε ώρα παραμέλησα και παραμελώ την ανταμοιβή για τις θε­ραπείες που μου έκανε αυτή. Επειδή είναι ανεκτίμητες οι θερα­πείες της χάριτός σου, τις προσφέρεις δωρεάν, και επειδή τις χα­ρίζεις δια μέσου των δακρύων, χάρισε και σ’ εμένα δια μέσου των δακρύων τις θεραπείες της ψυχής μου.

Είναι σε όλους φανερό ότι η ζωή αυτή μοιάζει με αγώνισμα, και ότι ο ισχυρός Δράκοντας αγωνίζεται ενάντια σε όλους. Κάποιοι βέβαια τον νικούν και τον ποδοπατούν, κάποιους άλλους όμως τους νικά και τους ποδοπατεί· κάποιοι τον ρίχνουν κάτω και τον χλευάζουν, κάποιους άλλους όμως τους ρίχνει κάτω αυτός και τους χλευάζει· άλλοι με την πάλη του παίρνουν το στε­φάνι της νίκης, και άλλοι με την πάλη του νικώνται· άλλοι με την πικρότητά του κερδίζουν τη γλυκύτητα της αιώνιας ζωής, και άλλοι με τη γλυκύτητα και τη χαυνότητα που τους προσφέ­ρει συναντούν την πικρότητα της αιώνιας κόλασης· άλλοι με την τέλεια ακτημοσύνη τους εύκολα τον νικούν, και άλλους τους νικά αυτός με την απόκτηση των γήινων πραγμάτων· γι’ αυτούς πάλι που ποθούν τον Θεό με όλη τη δύναμη της. ψυχής τους, ο πόλε­μός του δεν έχει καμιά δύναμη· ενώ γι’ αυτούς που ποθούν τον κόσμο είναι δύσκολος και αβάσταχτος. 

Αυτά να σκέφτεσαι και μέσα σ’ αυτά να στρέφεται ο νους σου, και θα είσαι παιδί του Δεσπότου Θεού, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού· σ’ αυτόν ανήκει η δόξα και η εξουσία, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

ΟΤΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ...

 
Κάποτε υπήρχε μια φτωχή γυναίκα, η οποία όλη την ώρα, ό, τι καλό και να της συνέβαινε κοίταζε τον ουρανό και έλεγε "Δόξα τω Θεώ" και αισθανόταν πολύ ευγνώμων για το οτιδήποτε.
 
Κάπου εκεί κοντά της όμως έμενε ένας πλούσιος άνθρωπος. Κάθε φορά λοιπόν περνούσε μπροστά από τό σπίτι της γυναίκας την άκουγε να λέει "Δόξα τω Θεώ, Ευχαριστώ Κύριε"

Στην αρχή δεν έδινε σημασία, αλλά κάποια στιγμή, αυτό άρχισε να τον εκνευρίζει. "Πως μπορεί αυτή η γυναίκα, τόσο φτωχή, να ευχαριστεί συνέχεια το Θεό;" σκεφτόταν.
 
Μια μέρα λοιπόν, αφού ξαναπέρασε μπροστά από το σπίτι της και την άκουσε να λέει πάλι "Δόξα τω Θεώ", νευρίασε τόσο πολύ που είπε στον υπηρέτη του "Πήγαινε στου Σούπερ Μάρκετ και γέμισε δύο καρότσια τρόφιμα. Πήγαινέ τα σ' αυτή τη γυναίκα και όταν σε ρωτήσει πους τα έφερε θα της πεις οτι ο Διάβολος τα έφερε".
 
Έτσι λοιπόν κι έκανε ο υπηρέτης. Την επόμενη μέσα πήγε στο Σούπερ Μάρκετ, γέμισε δύο καρότσια με τρόφιμα, τόσο που ξεχείλιζαν, και πήγε στη γυναίκα.
 
Όταν έφτασε της χτύπησε τη πόρτα. "Α, Δόξα τω Θεώ, ευχαριστώ Κύριε" είπε εκείνη μόλις βγήκε έξω και αντίκρισε τα δυο καρότσια.
 
"Δεν θέλετε να μάθετε ποιος σας έστειλε τα τρόφιμα;" την ρώτησε ανυπόμονα ο υπηρέτης.
 
"Όχι παιδί μου, δεν έχει σημασία. Όταν θέλει ο Θεός και ο Διάβολος τον υπηρετεί" και παίρνοντας τα δυο καρότσια μπήκε μέσα ευτυχισμένη...

Ο Θεός μας είναι Αγάπη και όχι πίτσα!



Πολλοί δυστυχώς χριστιανοί ζουν μέσα στην αυταπάτη ότι ο Θεός είναι υποχρεωμένος να τους ευεργετεί κοσμικά επειδή τήρησαν κάποιες εντολές Του. Και γι’ αυτό τελικά η όποια άσκηση που κάνουνε δεν τους βγάνει σε καλό, αντιθέτως στο τέλος τα βάζουν και με τον Θεό, διότι δεν τους ακούει, δεν τους πραγματοποιεί αυτά που θέλουν.
Στις πιο μπερδεμένες πνευματικές καταστάσεις υπάρχουν και αυτοί οι χριστιανοί που επειδή ζουν έχοντας κάποια λειτουργική ζωή, και ίσως τηρούν κάποιες εντολές νομίζουν ότι έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το όνομα του Χριστού, το όνομα του ανεξίκακου Θεανθρώπου ως απειλή για τους άλλους…για αυτούς που τους κάνανε κάτι κακό, για αυτούς που δεν συμπαθούν.  Έτσι λοιπόν λένε αυτοί οι δήθεν χριστιανοί: «Δεν στεναχωριέμαι, θα το βρούνε από τον Θεό…ή λένε «Ζει Κύριος ο Θεός…». Δηλαδή τι θέλουν να πούνε; Ότι ο Θεός θα εκδικηθεί γι’ αυτούς; Ότι ο Θεός βλέποντας την αδικία που έγινε σε εμάς -τους δήθεν αγίους- θα κατατροπώσει τους πολεμίους μας;
Τελικά σε τι Θεό πιστεύουμε; Ποιος είναι ο Θεός μας; Μήπως ο Θεός που πιστεύουμε τελικά δεν έχει σχέση με τον Αληθινό Θεό των Πατέρων της Εκκλησίας, μήπως ο Θεός που πιστεύουμε τελικά είναι απλά ο μεγάλος μας σωματοφύλακας που με το πρώτο πρόσταγμά μας απαιτούμε να μας υπακούσει και να αφανίσει τους αντιπάλους μας; Δεν είναι φυσικά φαινόμενο τωρινό οι άνθρωποι να φτιάχνουν τους δικούς τους Θεούς, να δημιουργούν είδωλα που λατρεύουν. Έτσι λοιπόν πολλές φορές ακόμα και χριστιανοί αλλοιώνουν τον Θεό και τον προσαρμόζουν στα δικά τους μέτρα, ανάλογα με τα πάθη και τις αδυναμίες τους, ανάλογα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους. Ο Θεός όμως δεν είναι πίτσα που την παραγγέλνουμε όπως θέλουμε! Ο Θεός είναι ο Ων δηλαδή Αυτός που Είναι εις τους Αιώνας χωρίς ποτέ Του να αλλάζει, χωρίς ποτέ Του να αλλοιώνεται. Ας αποδεκτούμε λοιπόν τον Θεό όπως είναι και σίγουρα δεν θα βγούμε χαμένοι. Νομίζουμε πολλές φορές ότι εάν ο Θεός ήταν όπως εμείς θέλαμε, εάν ο Θεός σκεπτόταν όπως εμείς, εάν ο Θεός έκανε ότι εμείς θεωρούμε απαραίτητο τότε ο Θεός θα ήταν πιο καλός, πιο τέλειος. Όμως αυτό είναι πλάνη. Ο Θεός είναι Τέλειος διότι είναι Αυτός που είναι και όχι κάποιος άλλος, ο Τριαδικός Θεός είναι Τέλειος διότι δεν είναι δημιούργημα ανθρώπινο.
Ο Θεός σίγουρα έχει την μέριμνά μας, έχει την μέριμνα όλου του κόσμου πόσο μάλλον των παιδιών του, όμως αυτό δεν σημαίνει ότιι έχει την μέριμνά μας όπως εμείς την καταλαβαίνουμε.
 Ο Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰςἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν». Αυτό θέλει ο Θεός και αυτό θα πρέπει να επιζητούμε και εμείς. Ο Θεός μας αγαπά, όχι όμως με την αγάπη που εννοούμε πολλές φορές εμείς. Ο Θεός μας αγαπά σταυρικά, μας αγαπά παντοτινά και ακριβώς αυτό το μέγεθος της αγάπης του πολλές φορές δεν μπορούμε να το εννοήσουμε, διότι τα πάντα τα κρίνουμε εμείς οι άνθρωποι χωροχρονικά, τα πάντα τα κρίνουμε και τα βάζουμε σε καλούπια, τα πάντα τα υπολογίζουμε με το δικό μας μυαλό. 
Ο Θεός μας δεν είναι Θεός ανταπόδοσης, δηλαδή ο Θεός δεν περιμένει να του δώσουμε κάτι για να μας δώσει, ΌΧΙ, ο Θεός μας είναι Θεός Αγάπης, μίας Αγάπης που μας την προσφέρει χωρίς να περιμένει από εμάς τίποτα… τι άραγε θα μπορούσαμε εμείς να του προσφέρουμε άξιο για αυτά που μας προσφέρει; Τίποτα. (ας θυμηθούμε την παραβολή του ασώτου υιού ή αλλιώς του σπλαχνικού πατέρα) Είπε ένας γέροντας, ακόμα και την ζωή μου τρεις φορές να δώσω θυσία στον Θεό, και το σώμα μου το κάψετε και τις στάχτες του τις σκορπίσετε στον άνεμο και πάλι αμέτρητο θα είναι το χρέος μου προς τον Δωρεοδότη Κύριο.
Ο Θεός είναι ο Δημιουργός και εμείς τα δημιουργήματα, ας το αποδεχτούμε επιτέλους και μην νομίζουμε ότι επειδή πιστεύουμε σε κάποιον άλλον θεό ότι θα αλλάξουμε και τον Αληθινό Τριαδικό Θεό.
Ο Θεός λοιπόν είναι Αγάπη. Ο Θεός δεν θέλει το θάνατο του αμαρτωλού, δεν επιζητεί εκδίκηση, δεν αποδίδει κοσμική δικαιοσύνη!
Για να δούμε τα συναξάρια των Αγίων, για να δούμε την ιστορική πραγματικότητα που αποτυπώνεται εκεί…εάν λοιπόν διαβάσουμε την ζωή των αγίων, θα δούμε εξευτελισμούς, αδικίες, θα δούμε βάσανα, πόνο, μαρτύρια, θάνατο. Θα δούμε τους μάρτυρες να προσεύχονται για τους δημίους τους, θα δούμε τους αγίους να συγχωρούν τους συκοφάντες τους, τους ανθρώπους που τους αδίκησαν και όχι να ζητούν την τιμωρία τους. Και αυτό φυσικά γίνεται διότι οι άγιοι πίστευαν στον Χριστό, και όχι σε κάποιον «σαν τον Χριστό» που πιστεύουμε εμείς.
Ο Θεός μας είναι αγάπη και μόνο σαν αγάπη μπορεί να βιωθεί μέσα μας, ούτε καν σαν δικαιοσύνη, αλλά αγάπη, διότι όταν υπάρχει αγάπη στον άνθρωπο, στον κόσμο, η δικαιοσύνη είναι άχρηστη, δεν χρειάζεται, όπως δεν χρειάζονται και νόμοι και πρόστιμα και όλα αυτά τα κοσμικά που έχει θεσπίσει το κράτος για να μπορεί να λειτουργήσει.
Έχουμε όμως και νόμους, έχουμε και δικαστήρια, έχουμε ένα ολόκληρο σύστημα δικαιοσύνης-κοσμικής ανθρώπινης δικαιοσύνης που όλοι μας καταφεύγουμε…και αυτό συμβαίνει γιατί; Γιατί δεν έχουμε αγάπη, διότι λόγω της απουσίας της υπάρχει αδικία, υπάρχει εγωισμός, υπάρχει μίσος και εμπάθεια.
Έλεγε ο Γέροντας Παϊσιος : « Όσο πνευματικός άνθρωπος είναι κάποιος , τόσο λιγότερα δικαιώματα έχει σ” αυτή την ζωή. Τα δικαιώματα τα δικά μας τα φυλάγει ο Θεός για την άλλη ζωή. 
Αλλά πολλές φορές εμείς από ανοησία, και “γω ο ίδιος, ζητάμε να δικαιωθούμε εδώ. Να μη ζημιωθούμε εδώ. Αν μας πουν κάτι, αμέσως να δικαιολογηθούμε. Και με αυτά νομίζουμε ότι πιστεύουμε στον Θεό. Είναι δηλαδή μια κοροϊδία μεγάλη.
Η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν λέει τίποτε για έναν πνευματικό άνθρωπο. Καταλήγει όμως ο γέροντας : Από την άλλη η ανθρώπινη δικαιοσύνη ευλογείται από τον Θεό σαν μία κατ’ οικονομία κατάσταση διότι έστω και έτσι οι ανάποδοι άνθρωποι σωφρονίζονται».  
Όλα έρχονται και παρέρχονται και τι μένει τελικά, η πράξεις μετανοίας μας, η συγχωρετικότητά μας, η αγάπη μας, αυτά θα μας μεταμορφώσουν και θα μας κάνουν δεκτικούς της Θείας Χάρης… το καλό όνομα που έχουμε εδώ στην γη είναι άχρηστο στην μετά θάνατον ζωή.
Η αγάπη είναι ο στόχος του χριστιανού, δηλαδή ο Χριστός διότι αγάπη και Χριστός είναι το ίδιο και το αυτό. Αγαπώντας μιμείσαι τον Χριστόν, γίνεσαι κάτα χάριν χριστός.
Λέγει ο ιερός Χρυσόστομος:«Τό νά προσφέρεις στούς ἄλλους φαίνεται βαρύ, ἡἀγάπη ὅμως τό κάνει ἐλαφρύ.
Τό νά παίρνεις ἀπό τούς ἄλλους φαίνεται εὐχάριστο, ἡ ἀγάπη ὅμως τό κάνει δυσάρεστο.
Τό νά κακολογεῖς τούς ἄλλους φαίνεται ἀπολαυστικό, ἡ ἀγάπη ὅμως τό κάνει πικρό».
Η άσκηση αποσκοπεί στην απόκτηση της αγάπης, της αγάπης εν Χριστώ, μία κατάσταση δηλαδή κατά την οποία ο άνθρωπος δεν θεωρεί κοπιαστικό το να νηστεύει κάποιες ημέρες, το κάνει πρόθυμα από αγάπη σαν ελάχιστο αντίδωρο της αγάπης του Χριστού, δεν θεωρεί δύσκολο το να συγχωρέσει, το να σιωπήσει σε έναν βαρύ λόγο που θα του πουν.
Η ζωή που προσφέρει η Εκκλησία του Χριστού βρίσκεται πέρα από κάθε ηθική πειθαρχία ή θρησκευτικά καθήκοντα. Είναι υπέρβαση της Ηθικότητας στην Πνευματικότητα, όπως έλεγε η Γερόντισσα Γαβριηλία. Αυτήν λοιπόν την ζωή καλούμαστε αδελφοί μου να ζήσουμε, μία Χριστομίμητη ζωή, η οποία σημαίνει πρώτα απ’όλα μίμηση της αγάπης του Χριστού προς τον άνθρωπο. Να θυσιάζουμε «τα θελήματα της σαρκός» (Εφ. 2, 3) χάριν της αγάπης του αδελφού μας.
Θέλεις άνθρωπε να ανακάλυψης τί είδους αγάπη έχεις μέσα σου; Στάσου μπροστά στα λόγια του Αποστόλου Παύλου και κοίταξε με ειλικρίνεια να δεις, αν εφαρμόζονται σε σένα αυτά, που λέγει ο Απόστολος: «Αυτός, που αγαπά, έχει μακροθυμία στις αδυναμίες του άλλου. Έχει και καλοσύνη. Δεν ζηλοφθονεί. Δεν υπερηφανεύεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητά το δικό του συμφέρον, δεν είναι ευερέθιστος. Λησμονεί το κακό, που του έχουν κάνει. Λυπάται, όταν αδικείτε ο πλησίον του, και χαίρεται μαζί του στη χαρά του. Έχει σε όλα ανεκτικότητα, εμπιστοσύνη, ελπίδα, υπομονή».
Η μεγαλύτερη άσκηση απ’ όλες είναι η άσκηση της σταυρικής αγάπης, αυτήν με την χάρη του Θεού να αποκτήσουμε ώστε να γίνουμε παντοτινοί δέσμιοι της πληρότητας της παρουσίας της αγάπης του Χριστού.
  
Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
Πηγή:imverias
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...